‘Όταν κάποτε ο Κολόμβος ρωτήθηκε από τη βασίλισσα Ισαβέλλα πως θα περιέγραφε την Ντομίνικα, εκείνος – διακόπτοντας το φαγητό του – πήρε επιδεικτικά την πετσέτα τoυ, την κουλούριασε σε κουβάρι και απάντησε: “Κάπως έτσι, Μεγαλειοτάτη“. Πράγματι, σ’ ένα τόσο συμπαγές και λιλιπούτειο νησί, είναι συνταρακτικό να βλέπει κανείς τόσο καθηλωτικά βουνά να ορθώνονται ψηλότερα… απ’ ότι θα είχαν το δικαίωμα! ‘Ένα πυκνό τροπικό δάσος βροχής τα καλύπτει απ’ άκρη σ’ άκρη, δημιουργώντας ένα σχεδόν απροσπέλαστο φυτικό βασίλειο όπου συχνά ακούγονται φήμες περί εμφάνισης προϊστορικών ειδών. Τέτοιες είναι οι “εκρηκτικές” διαστάσεις πoυ παίρνει το μεγαλείο της Μητέρας Φύσης στη Ντομίνικα, πoυ σε μια μικρή έκταση τεσσάρων εκταρίων απαντώνται 60 διαφορετικά είδη χλωρίδας, 135 είδη πουλιών και δεκάδες είδη άλλης πανίδας. Λαγκούνες παραδείσιες με ξέφωτα καταφύγια, λίμνες, καταρράκτες βροντεροί και κασκάδες γάργαρες, ρυάκια και χείμαρροι, απότομα χάσματα, σκιώδη φαράγγια όπου οι αχτίδες του ήλιoυ μόλις και μετά βίας διαπερνούν, δύσβατες διαβάσεις, γέφυρες “λιάνας”, βάλτοι κινούμενης άμμου – όλα μαζί συνθέτουν την “υπερ-κεραστική” εικόνα τoυ πλούσιου οικοσυστήματος του Εθνικού Πάρκου Μορν Τρουά Πιτόν, που θα καλύψει κατά το μέγιστο μέρος το ενδιαφέρον της ολοήμερης εκδρομής μας. Ακολουθώντας ένα ειδυλλιακό “ρουστίκ” μονοπάτι, διεισδύουμε βαθιά μέσα στο εθνικό πάρκο και καταλήγουμε στην περίφημη Βραστή Λίμνη, ένα φυσικό αξιοθέατο που απαντάται μόνο εδώ και ξανά στη Νέα Ζηλανδία. Η “λίμνη” αυτή, στην ουσία δεν είναι παρά μια πλημμυρισμένη “καπνοδόχος”, ένα ράγισμα ογδόντα μέτρων πλάτους στην επιφάνεια της γης μέσα από το οποίο διαφεύγουν αέρια ρευστής λάβας που βρίσκονται στα έγκατα του πλανήτη. Η πίεση αυτών των αερίων κάνει τη λίμνη να κοχλάζει σαν μια τεράστια μπανιέρα, αλλάζοντας διαρκώς χρώματα. Πότε μαύρη, πότε λαδογκρί, ακόμη και μπλε. Μπορεί να βράσει αυγό μέσα σε τρία λεπτά!! Το ιστορικό της όμως αναφέρει και κάποιους απρόσεκτους ανθρώπους που είχαν την ατυχία να… βραστούν και οι ίδιοι! Κοντά στη λίμνη συναντάμε τις θερμές πηγές και τους καμένους κιτρινωπούς βράχους της Κοιλάδας της Ερήμωσης, όπου το θειάφι καλύπτει όπως τα βρύα την πέτρα – μια ζώνη τόσο αταίριαστη στα Τροπικά, όσο θα ήταν ένα Ισλανδικό ηφαίστειο!
Τραβάμε στη συνέχεια για τις απάνεμες ανατολικές ακτές, όπου η τοπογραφία χαρακτηρίζεται από αλληλοδιαδεχόμενες πράσινες “παλέτες”, αποτέλεσμα της γλυπτικής τέχνης των «εμπορικών» ανέμων. Σκιαγραφώντας την ακτή με βόρεια κατεύθυνση, τα πανοράματα γίνονται ολοένα και πιο δραματικά, με απόκρυφους όρμους που φωλιάζουν στη δεσποτική σκιά του υψηλότερου όρους του νησιού, του Μορν Ντιαμπλότιν. Στην απομονωμένη αυτή περιοχή βρίσκεται το «Έδαφος των Καρίμπ» -μια προστατευμένη έκταση όπου ζουν οι τελευταίοι εναπομείναντες ιθαγενείς Ινδιάνοι της Καραϊβικής. Κάποτε είχαν σκορπιστεί στα πέρατα της Καραϊβικής. Σήμερα έχουν απομείνει μόνο 1.800, όλοι στο εθνικό αυτό καταφύγιο που τους παραχώρησε η κυβέρνηση της Ντομίνικα, ενώ μόλις 50 μόνο απ’ αυτούς είναι καθαρόαιμοι Καρίμπ. Αρχαία πρόσωπα από έναν κόσμο που έχει περάσει στην αφάνεια. Θα μάθουμε πολλά εκπληκτικά πράγματα γι’ αυτούς, με κύριο το ότι “πλούτισαν” τα σύγχρονα λεξιλόγια με τη λέξη “καννίβαλος”. Οι άνθρωποι απλά έφαγαν όλους τους προγενέστερους Αραβάκ, καθώς και αρκετούς Ευρωπαίους τυχοδιώκτες με δυσοίωνη… τύχη. Οι Καρίμπ ήταν τρομερά ανεξάρτητοι από τη φύση τους, αδυνατούσαν να κατανοήσουν αφηρημένες αξίες του Χριστιανισμού, κι όταν έπεφταν θύματα δουλείας, έτρωγαν χώμα μέχρι να πεθάνουν. Θα προσπαθήσουμε να αποκομίσουμε την πιο μεστή εικόνα γύρω από τη φυλή αυτή, προσπερνώντας τα χωριά τους Μπατόκα, Σαλύμπια και Σινέκου.